πολυγόνατο

πολυγόνατο
(πολυγόνατον το πολυανθές). Ποώδες φυτό της οικογένειας των λειριιδών ή λιλιιδών (μονοκοτυλήδονα). Συναντάται αυτοφυές σε υγρές και σκιερές θέσεις των δασών (στη χώρα μας στην ηπειρωτική Ελλάδα και στην Πελοπόννησο), όπου ανθίζει από τον Απρίλιο μέχρι τον Μάιο. Έχει ρίζωμα οριζόντιο και αρθρωτό, με άφθονα ινώδη ριζίδια και μεγάλες στρογγυλές ουλές· απ’ αυτό εκφύεται βλαστός (30-50 εκ.) που φέρει φύλλα άμισχα, επαλλάσσοντα, διατεταγμένα σε δύο σειρές, και άνθη που κρέμονται από την αντίθετη μεριά των φύλλων. Έχουν περιγόνιο επίμηκες (1,5 εκ.), κυλινδρικό και λευκοκίτρινο, και είναι διαταγμένα κατά ομάδες από 3-5. Οι καρποί είναι σφαιρικές ράγες μεγέθους μπιζελιού, μελανωπές κατά την ωριμανση· αν καταποθούν, προκαλούν εμετό. Το πολυγόνατο (πολυγόνατο το πολυανθές), πολυετής πόα, που φυτρώνει σε σκιερές θέσεις δασών.
* * *
το, Ν
βλ. πολυγόνατος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πολυγόνατος — ον, ΝΑ το ουδ. ως ουσ. το πολυγόνατο(ν) βοτ. γένος αγγειόσπερμων μονοκότυλων φυτών που, σύμφωνα με τη σύγχρονη ταξινόμηση, ανήκει στην τάξη λιλιώδη, οικογένεια λιλιίδες αρχ. 1. (για φυτό) αυτό που έχει πολλά γόνατα, πολλούς κόμβους 2. το ουδ. ως… …   Dictionary of Greek

  • μονοκοτυλήδονα ή μονοκότυλα — Μία από τις δύο μεγάλες υποδιαιρέσεις των αγγειόσπερμων φυτών, με κύριο χαρακτηριστικό ότι το έμβρυό τους συνοδεύεται από ένα μόνο εμβρυακό φύλλο ή κοτυληδόνα· γενικά έχουν φύλλα επιμήκη, ταινιόμορφα, ωοειδή ή λογχοειδή, με τις νευρώσεις σχεδόν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”